Ο λαϊκισμός στην Ελλάδα, αλλά και γενικά, χωρίζεται σε δύο μέρη. Στους δημαγωγούς και στα θύματα τους.
Το πρώτο μέρος, οι κοινωνοί λαϊκισμού, οι οποίοι είναι χειριστικοί, αρκετοί από αυτούς άνθρωποι μορφωμένοι, οι οποίοι γνωρίζουν και έχουν την αίσθηση ότι λαϊκίζουν, ότι λένε πράγματα αναληθή, ουτοπικά και μη ρεαλιστικά (εδώ απαντάται το ερώτημα, μα καλά μορφωμένος άνθρωπος, πως γίνεται να πιστεύει τέτοια πράγματα;). Καταφεύγουν στα κατώτερα επίπεδα συναισθηματικής εκμετάλλευσης προς όφελος τους προσωπικό ή πολιτικό.
Το δεύτερο μέρος, οι αποδέκτες λαϊκισμού, τα θύματα των πρώτων, είναι στην πλειονότητα τους άνθρωποι με χαμηλό μορφωτικό και νοητικό επίπεδο, οι οποίοι δυσκολεύονται να χρησιμοποιήσουν την λογική και καταφεύγουν στο συναισθηματικό τους ένστικτο.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της πρώτης ομάδας είναι ο τυχοδιωκτισμός και της δεύτερης ο φόβος και η ανασφάλεια της ατομικής ευθύνης και επιβίωσης (γι’ αυτό άλλωστε, αυτοί οι άνθρωποι γοητεύονται περισσότερο από ιδεολογίες συγκεντρωτισμού).
Αυτό το εκρηκτικό μίγμα συνυπήρχε αρμονικά στα χρόνια των μνημονίων, από τις πλατείες των αγανακτισμένων, έως το περίφημο διχαστικό δημοψήφισμα (συνυπήρχε και παλαιότερα, αλλά τότε υπήρχαν λεφτά για κατανάλωση). Αποτέλεσμα του έργου που παρήγαγαν αυτά τα δύο μέρη, ήταν ένα αχρείαστο έξτρα μνημόνιο δώρο μπόνους, capital controls και ο κίνδυνος εξόδου της χώρας από την Ευρώπη.
Μια σπάνια περίπτωση που συγκρούστηκαν αυτά τα δύο μέρη, ήταν στην συμφωνία των Πρεσπών. Οι πρώτοι συνεπής στην ιδεολογική τους ατζέντα και οι δεύτεροι πιστοί στα εθνικά τους φρονήματα. Έτσι κι αλλιώς χαρακτηριστικό γνώρισμα του δευτέρου μέρους είναι το Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια. Βέβαια είναι ίσως από τις λίγες περιπτώσεις, που βρέθηκαν τότε στην σωστή πλευρά της ιστορίας.
Είναι η πρώτη φορά που συναντήθηκε η λογική σκέψη και ανησυχία (για μια κακή, στην πράξη πια αποδεδειγμένα, συμφωνία, που δεσμεύει υποχρεωτικά διπλωματικά για πάντα τη χώρα, ανεξαρτήτως κυβέρνησης), µε τη συνήθη σε τέτοιες περιπτώσεις, συναισθηματική και παρορμητική προσέγγιση θαυμαστών του Μέγα Αλεξάνδρου και γενικά ηρώων και εποχών της αρχαιότητας.
Οι δεύτεροι αποκολλήθηκαν από την καθοδήγηση και την κηδεμονία των πρώτων. Οι δημαγωγοί θα μπορούσαν πολύ εύκολα να επανακτήσουν τον έλεγχο αυτών των ανθρώπων. Οι αρνητές εμβολίου είναι χρυσή ευκαιρία! Αλλά ένα δυνατό όπλο των δημαγωγών είναι η σοβαροφάνεια τους, αλλιώς χάνουν την δυνατότητα της εξαπάτησης.
Βλέπετε για την δημαγωγική ελίτ, μπορεί να μην ήταν κακό το να επηρεάσουν και να εκμεταλλευτούν ανθρώπους, οι οποίοι είχαν πληγεί οικονομικά από την χρεοκοπία της χώρας, για χάρη της ιδεοληπτικής και οικονομικής τους επανάστασης, των απωθημένων τους και την λαχτάρα τους για απόκτηση πολιτικής ηγεμονίας. Αλλά είναι κάπως ντεμοντέ για αυτούς να υιοθετήσουν τα τσιπάκια του Μπιλ Γκέιτς και όλες αυτές τις θεωρίες συνομωσίας. Είπαμε είναι δημαγωγοί αλλά όχι χαζοί. Ξέρουν ότι αν τα υιοθετήσουν πλήρως, μπορεί να πετύχουν κάτι προς όφελος τους, αλλά παροδικά, διότι θα χάσουν την αληθοφανή αξιοπιστία τους. Γιατί άλλωστε πιο αξιόπιστο είναι το όραμα για έναν Ευρωκομμουνισμό παρά για μια Επίπεδη Γη…
Αυτή τη στιγμή οι υγειονομικά αγανακτισμένοι είναι μόνοι τους και κατά την γνώμη μου ακίνδυνοι, γιατί παρά την αναιμική στήριξη και καπήλευση από κάποιους πολιτικούς φορείς και πρόσωπα, δεν υπάρχει κάποιος λαοπρόβλητος, νεαρός σε ηλικία, με όμορφη, ελκυστική φυσιογνωμία και πειθώ να τους καθοδηγήσει και να τους οργανώσει, για να αποτελέσουν κίνδυνο. Κίνδυνο πολιτικό, γιατί υγειονομικός υπάρχει. Άλλωστε ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό αυτών των ανθρώπων που αναφέρουμε από την αρχή του κειμένου, στους οποίους επικρατεί ο φόβος και η ανασφάλεια, είναι ο ραγιαδισμός και η διαχρονική αναζήτηση ηγέτη και καθοδηγητή στον οποίο θα αφοσιωθούν και θα υπηρετούν πολιτικά.
Επίσης η δύναμη τους διασπάται και στο εξής δεδομένο. Κάποιοι παραστράτησαν από την αγέλη των παραδοσιακά και διαχρονικά αγανακτισμένων αυτού του τόπου και έκαναν το εμβόλιο, είτε επειδή ο φόβος τους για τον ιό ήταν μεγαλύτερος από τον φόβο τούς για το άγνωστο εμβόλιο, είτε είχαν προσωπικές περιπτώσεις ασθενών, είτε τους παρότρυνε ο οικογενειακός τους γιατρός. Το σίγουρο πάντως είναι πως αν η προπαγάνδα ήταν και αυτή τη φόρα οργανωμένη προς το αντίθετο, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα είχαν παρασυρθεί ξανά.
Μάριος Λουκάς