Αν υπάρχει κάτι που έχει κάνει τη ζωή μας εφιαλτική δεν είναι άλλο από τη μάστιγα του politically correct. Δεν τολμάς να πεις κάτι που να έρχεται σε κόντρα με το «σωστό» που υπορτηρίζεται από μια φασαριόζικη μειονότητα και ξαφνικά βρίσκεσαι κατηγορούμενος και στιγματισμένος. Γιατί; Μα πολύ απλά, γιατί στην Ελλάδα έχουμε κόψει κάθε είδους επαφή με τον πολιτισμό. Καμαρώνουμε για τον πολιτισμό των Αρχαίων Ελλήνων, ωστόσο σε θέματα διαλόγου είμαστε απλά λίγο καλύτεροι από τους ταλιμπάν!
Για παράδειγμα; Είναι πολύ εύκολο και λογικό θα έλεγα να υποστηρίξεις την άποψη ότι οι ναρκωμανείς είναι άρρωστοι άνθρωποι που χρειάζονται την φροντίδα όλων μας ώστε να συνέλθουν. Δεκτό… Απόλυτα δεκτό. Το πρόβλημα όμως είναι πως στην δημοκρατία τα δικαιώματα του ενός τελειώνουν εκεί που ξεκινούν τα δικαιώματα ενός άλλου ανθρώπου. Από τη φροντίδα που πρέπει να έχει λοιπόν ένας εξαρτημένος άνθρωπος μέχρι την ανοχή που θα πρέπει να δείξει ο καθένας σε απλά περιστατικά της ζωής του υπάρχει μεγάλη διαφορά.
Γιατί ναι, δεν θα καταδικάσεις έναν άνθρωπο που για τον α ή τον β λόγο έμπλεξε. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν είναι προσωπική του επιλογή τόσο το μπλέξιμο όσο και το ξέμπλεγμα από αυτή την κατάσταση. Κατανοώ ότι ο καθένας είναι άρρωστος και ναι, όταν μένεις στο κέντρο της Αθήνας πρέπει να είσαι εξοικειωμένος με αυτό, ωστόσο αυτό καλό θα ήταν να έρθετε και να το πείτε στον γείτονά μου. Ας τον ονομάσουμε κύριο Μανώλη.
Ο κύριος Μανώλης λοιπόν, αποφάσισε να πάρει ένα πρωί Κυριακής το αυτοκίνητό του και να βγει βόλτα. Φόρεσε τα ρούχα του, πήρε τα κλειδιά του και κατέβηκε στον δρόμο. Άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και ξεκίνησε τη διαδρομή του. Κάποια στιγμή λοιπόν αντιλήφθηκε πως τα χέρια του ήταν κατακκόκινα. Μια πιο προσεκτική ματιά που έριξε τον βοήθησε να καταλάβει πως τα χέρια του είχαν πάνω τους αίμα.
Για να μη τα πολυλογούμε, ο άνθρωπος είχε πιάσει τα αίματα που βρίσκονταν σε όλο το μήκος και το πλάτος της αριστερής πλευράς του αυτοκινήτου του. Βλέπετε, κάποια μάχη είχε γίνει την προηγούμενη βραδιά ανάμεσα σε ναρκωμανείς και το αυτοκίνητό του βρέθηκε στη μέση. Άραγε, υπάρχει κάποιος από εσάς που θα τσεκάρει αν η πόρτα του έχει αίματα πάνω της, ειδικά αν το χρώμα του αυτοκινήτου είναι σκούρο και… δεν βοηθάει στην παρατήρηση;
Το αποτέλεσμα λοιπόν είναι το εξής… Ο κύριος Μανώλης θα πρέπει να βιώσει έναν γολγοθά 10 ημερών, μέχρι να μπορέσει και να πάει για εξετάσεις, προκειμένου να διαπιστώσει αν είναι φορέας AIDS ή κάποιας άλλης μεταδοτικής από το αίμα ασθένειας. Και όλα αυτά, σε ένα σημείο που στην άλλη γωνία υπάρχει η Τροχαία Αττικής. Υπερβολή; Μπορεί, ωστόσο πείτε μου πως θα αντιδρούσατε εσείς σε αντίστοιχη περίπτωση. Κι φυσικά ποιά θα ήταν πλέον η στάση σας απέναντι σε ανθρώπους που αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τέτοιου είδους καταχρήσεις.
Είναι εύκολο λοιπόν να μιλάς και να λες πολλά, όταν δεν βιώνεις ένα πρόβλημα. Το ίδιο συμβαίνει και με το θέμα των μεταναστών. Αν μένεις στην Εκάλη, την Πεύκη, τον Άγιο Στέφανο και σε πολλές άλλες ακριβές περιοχές εκτός κέντρου Αθήνας, είναι πολύ απλό να μιλάς για δικαιώματα και για αλληλεγγύη. Το ίδιο έκαναν και οι νησιώτες φίλοι μας όλα αυτά τα χρόνια, μέχρι τώρα που κατάλαβαν τι ακριβώς είναι αυτό που έκανε πολλούς Αθηναίους να ξεφεύγουν από την politically correct γραμμή. Τώρα πια κανείς από τους νησιώτες δεν χαρακτηρίζει ρατσιστές τους Έλληνες του κέντρου της Αθήνας… Η εδώ και χρόνια καθημερινότητα της πόλης ήρθε στο σπίτι τους και τώρα καταλαβαίνουν.
Έτσι λοιπόν, για politically correct λίγους δεν θέλουμε να δούμε και να αντιμετωπίσουμε προβλήματα της κοινωνίας μας. Από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των Ελλήνων είναι αμόρφωτοι και άξεστοι, ότι τα πτυχία των Πανεπιστημίων μας είναι απλά και αστεία χαρτιά από τη στιγμή που οι απόφοιτοί τους δεν γνωρίζουν τα απλά και βασικά, μέχρι πιο σοβαρά θέματα. Πείτε ένα κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζετε και δείτε ποιά είναι η πηγή του κακού.
Όταν λοιπόν θα αρχίσουμε να είμαστε άνθρωποι που δε θέλουν να καλύπτονται από τη… στέγη του politically correct, τότε θα έχουμε ελπίδα σωτηρίας. Διαφορετικά η χώρα είναι καταδικασμένη να εξαφανιστεί όχι λόγω Τούρκων, Σκοπιανών ή μεταναστών, αλλά λόγω της ανικανότητας των Ελλήνων.
Κυριάκος Ζαράνης