Απέχουμε πέντε μέρες από τις εκλογές και όλοι προσπαθούν να προδικάσουν το αποτέλεσμα, βασιζόμενοι στα δημοσκοπικά ευρήματα.
Ερμηνεύοντας το αποτέλεσμα των Τουρκικών εκλογών και την απόκλιση μεταξύ δημοσκοπήσεων και κάλπης, δημοσιογράφοι κυρίως, μεταφέρουν την ίδια συζήτηση για τις δικές μας εκλογές.
Πρώτα και κύρια, να γράψουμε το αυτονόητο. Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι αποτελέσματα. Είναι στιγμιαίες τάσεις της κοινωνίας, μια εκπεφρασμένη βούληση της μέρας εκείνης, για το ένα ή το άλλο κόμμα.
Μέσα στην εξίσωση ας συνυπολογίσουμε ως αστάθμητους παράγοντες την ειλικρίνεια στην απάντηση του ερωτώμενου ή όχι, το «απρόβλεπτο», δηλαδή ένα μεγάλο γεγονός να αλλάξει τα δημοσκοπικά δεδομένα κυριολεκτικά από τη μια μέρα στην άλλη, αφού αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την κοινή γνώμη (πχ. Τέμπη κ.α). Δεν λαμβάνονται δηλαδή υπόψιν μονάχα κλασσικά στοιχεία αξιολόγησης όπως κομματική προτίμηση στη βάση συμφωνίας ενός προγράμματος ή ιδεολογική ταύτιση.
Από την άλλη, είναι πολύ δύσκολο όπως σημειώνουν πολλοί δημοσκόποι, να καταγραφεί μια πλήρης ανατροπή ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο κόμμα, εάν το πρώτο έχει μια αξιοσημείωτη διαφορά (η οποία δεν βρίσκεται στα όρια του στατιστικού λάθους).
Στην περίπτωσή μας, σχεδόν σε όλες τις δημοσκοπήσεις, η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται στην πρώτη θέση, με μια διαφορά το λιγότερο από 4% και πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ, με τις περισσότερες να συγκλίνουν γύρω στο 6% ανάμεσα στα δύο κόμματα.
Εξαίρεση μοναδική μέχρι σήμερα αποτελεί η δημοσκόπηση του Euractiv που δείχνει «μάχη» πόντο- πόντο, με διαφορά κάτω του 1%.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ εδώ και καιρό αμφισβητεί την εγκυρότητα των δημοσκοπήσεων, αλλά θα πρέπει με πειστήρια να αποδείξει την πεποίθηση αυτή.
Άλλες παράμετροι που μπορεί να καθορίσουν το τελικό αποτέλεσμα είναι το ποσοστό αποχής, η ψήφος στα λεγόμενα «μικρά» κόμματα (που τελικά θα πάνε οι ψηφοφόροι του Κασιδιάρη;), το πως θα ψηφίσουν οι νέοι, αλλά κατά τη γνώμη μου η πιο κρίσιμη παράμετρος είναι το ποσοστό των αναποφάσιστων.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μέτρηση της Pulse, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 11,5%. Μιλάμε για ένα μεγάλο ποσοστό το οποίο μπορεί να γύρει την πλάστιγγα υπέρ της μιας παράταξης ή υπέρ της άλλης.
Άλλο ενδιαφέρον στοιχείο για τους αναποφάσιστους προκύπτει από αντίστοιχη έρευνα της Alco που έγινε πρόσφατα. Σύμφωνα με αυτήν, η προέλευση των αναποφάσιστων είναι από το κέντρο (Κεντροδεξιοί 9%- Κεντρώοι 21%, άθροισμα στο 30% δηλαδή). Ο λεγόμενος μεσαίος χώρος δηλαδή καταγράφει τους περισσότερους αναποφάσιστους, σε ένα πολιτικό τοπίο έτσι κι αλλιώς «κινούμενη άμμο», με πολλά ερωτηματικά για την επόμενη ημέρα. Η τελική επιλογή των ψηφοφόρων θα σταθμιστεί από ένα σωρό παράγοντες.
Είτε πάντως καταγράφεται σημαντική διαφορά, είτε πολύ μικρή στις δημοσκοπήσεις, το ποσοστό των αναποφάσιστων είναι μεγάλο και θα κρίνει εάν η διαφορά μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ θα ανοίξει κι άλλο, ή αν θα πάμε στο απόλυτο ντέρμπι, σαν τις εκλογές του 2000.
Κυριακή κοντή γιορτή κυριολεκτικά!
Δ. Κυριακού