Πτώση του ΑΕΠ κατά 5,8% στο τέλος του 2020 προβλέπει η ‘Εκθεση για τη Νομισματική Πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η ύφεση θα φτάσει το -5,8% την φετινή χρονιά, ενώ προβλέπεται ανάπτυξη 5,6% το 2021 και 3,8% το 2022.
Ένα δυσμενένστερο σενάριο προβλέπει πτώση του ΑΕΠ κατά 9,4% το 2020, με την ανάπτυξη για το 2021 και το 2022 να ανέρχεται στο 5,7% και 4,5% αντίστοιχα.
Παράλληλα, ένα ηπιότερο σενάριο εκτιμά ότι η ύφεση θα βρεθεί στο 4,4% την φετινή χρονιά, την στιγμή που αναμένεται ανάπτυξη 5,8% το 2021 και 3,8% το 2022 αντίστοιχα.
Ακόμα, το βασικό σενάριο προβλέπει πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης το 2020 λόγω της αύξησης της ανεργίας αλλά και της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών. Παρ’ όλα αυτά, η βελτίωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας αναμένεται να βελτιώσει τον συγκεκριμένο δέικτη.
Αναφορικά με την πορεία των επενδύσεων, προβλέπεται πτώση την φετινή χρονιά, μια πορεία όμως που προβλέπεται να αντιστραφεί τα επόμενα δύο χρόνια.
Επιπλέον, οι εξαγωγές αγαθών θα μειωθούν, απόρροια της μειωμένης ζήτησης στο εξωτερικό.
Οι τουριστικές εισπράξεις θα σημειώσουν σημαντική κάμψη, αφού τα περιοριστικά μέτρα κατά του κορωνοϊού θα φέρουν πλήγμα στις δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό. Ανάλογη εικόνα ισχύει και για το τουριστικό προϊόν.
Για τις ναυτιλιακές εισπράξεις προβλέπεται μείωση εξαιτίας της συρρίκνωσης στην παγκόσμια οικονομία και το παγκόσμιο εμπόριο.
Επίπροσθέτα, η πορεία των εισαγωγών συνδέεται με την εγχώρια ζήτηση και τις εξαγωγές.
Τέλος, προβλέπεται αρνητικός ρυθμός για τον πληθωρισμό το 2020, εξέλιξη που αποδίδεται στην πτωτικής πορείας των διεθνών τιμών του πετρελαίου αλλά και των υπηρεσιών, την στιγμή που προβλέπεται μικρή αύξηση έως το τέλος της περιόδου πρόβλεψης. Ο πυρήνας του πληθωρισμού αναμένεται να κινηθεί σε επίπεδα κοντά στο μηδέν ή και οριακά κάτω από το μηδέν το 2020, ενώ έως το 2022 εκτιμάται ότι θα σημειώσει θετικό ρυθμό.
Αρχικά, η έκθεση σημειώνει ότι «η δέσμη δημοσιονομικών μέτρων περιλαμβάνει προσωρινού χαρακτήρα στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως να δημιουργηθούν μόνιμα πρωτογενή ελλείμματα που θα επηρέαζαν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική του δημόσιου χρέους».
Κατόπιν, αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Τα έκτακτα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν για την ανάσχεση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού, σε συνδυασμό με την κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας και των δημόσιων εσόδων, αναμένεται να προκαλέσουν επιδείνωση του πρωτογενούς αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης και του χρέους έναντι των προβλέψεων του Προϋπολογισμού. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα 2,9% του ΑΕΠ το 2020, εξαιτίας της απότομης επιδείνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, όπως προβλέπεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, και των δημοσιονομικών παρεμβάσεων που είχαν θεσμοθετηθεί μέχρι τα τέλη Μαΐου».
Οι προβλέψεις υπόκεινται σε σημαντικούς κινδύνους και αβεβαιότητες
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σχετίζεται με τυχόν αναζωπύρωση της πανδημίας του κορωνοϊού. Επίσης, η αναμενόμενη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ως απόρροια της προβλεπόμενης ύφεσης θα περιόριζε την παροχή χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, καθυστερώντας την ανάκαμψη των επενδύσεων και της οικονομικής δραστηριότητας. Οι παράγοντες αυτοί θα οδηγούσαν σε επιβράδυνση της ανάκαμψης, σε σημαντική επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών και σε εκ νέου αύξηση του ήδη πολύ υψηλού δημόσιου χρέους. Επιπλέον, μια επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό. Μια πιο θετική του αναμενομένου έκβαση σχετίζεται με την ταχύτερη υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων.
Οι κίνδυνοι που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον συνδέονται με μια πιο αδύναμη της αναμενόμενης ανάκαμψη της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής οικονομίας, λόγω μιας νέας έξαρσης της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς και με μια επιδείνωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το περιεχόμενο και ο χρόνος σύναψης της συμφωνίας για τη μελλοντική σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστούν μια επιπλέον αβεβαιότητα. Η ταχύτερη πρόοδος της ιατρικής επιστήμης ως προς την αντιμετώπιση του κορωνοϊού θα μείωνε την αβεβαιότητα και θα επιτάχυνε την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας.
Η πορεία ανάκαμψης της κερδοφορίας των τραπεζών ανακόπηκε από την πανδημία – Κεφαλαιακή επάρκεια και μεσοπρόθεσμες προκλήσεις
Οι τράπεζες εμφάνισαν κέρδη προ φόρων ύψους 18 εκατ. ευρώ για το α΄ τρίμηνο του 2020, μειωμένα κατά 87% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019. Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, με στοιχεία Μαρτίου 2020, τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (CommonEquityTier 1 – CET1) όσο και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε ενοποιημένη βάση παρέμειναν σε επίπεδα (14,5% και 16,1% αντίστοιχα) υψηλότερα των εποπτικών απαιτήσεων. Ενσωματώνοντας την πλήρη επίδραση του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9), ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται σε 12,1% και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε 13,8%. Ωστόσο, πάνω από το ήμισυ των κεφαλαίων των τραπεζών αντιστοιχεί σε αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση. Το ποσοστό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα συνολικά κεφάλαια των τραπεζών εκτιμάται ότι θα αυξηθεί στο πλαίσιο της υφιστάμενης στρατηγικής για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνέχισαν να υποχωρούν – αναμένεται όμως να αντιστραφεί αυτή η τάση εξαιτίας της πανδημίας
Σύμφωνα με τα προσωρινά εποπτικά στοιχεία Μαρτίου 2020, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) διαμορφώθηκαν σε 60,9 δισεκ. ευρώ, μειωμένα κατά 7,6 δισεκ. ευρώ (ή 11,1%) συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2019 και κατά 46,3 δισεκ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε το Μάρτιο του 2020 σε υψηλό επίπεδο (37,4%), εντούτοις μειώθηκε για πρώτη φορά μετά από αρκετά έτη σε επίπεδα κάτω του 40% σε ατομική βάση. Το ποσοστό κάλυψης ΜΕΔ από προβλέψεις παρέμεινε σχεδόν σταθερό στο 43,6%. Εκτιμάται ότι ο εν λόγω δείκτης είναι χαμηλότερος από ό,τι θα αναμενόταν για ένα τραπεζικό κλάδο με σημαντικά προβλήματα ποιότητας ενεργητικού.
Οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας άλλαξαν τις συνθήκες, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν αναθεωρήσει τα σχέδια υλοποίησης τιτλοποιήσεων σε σχέση με το χρονικό ορίζοντα και την περίμετρο δανείων, γεγονός που θα καθυστερήσει την περαιτέρω αποκλιμάκωση του υψηλού αποθέματος των ΜΕΔ. Ταυτόχρονα, παρά τα θετικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την πολιτεία και τις τράπεζες, αναμένεται εισροή νέων ΜΕΔ, ιδίως από τις αρχές του επόμενου έτους. Το ύψος της νέας γενιάς ΜΕΔ θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της ύφεσης και την αύξηση της ανεργίας το τρέχον έτος, καθώς και την επακόλουθη ανάκαμψη.
Προκλήσεις
Η πανδημία του κορωνοϊού αναμένεται να επιδεινώσει σημαντικά κάποια από τα προβλήματα (το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το μεγάλο επενδυτικό κενό) που κληροδότησε στην Ελλάδα η κρίση χρέους της δεκαετίας του 2010. Τα προβλήματα αυτά προστίθενται στις προκλήσεις που αντιμετώπιζε ήδη η ελληνική οικονομία και οι οποίες περιορίζουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της: τη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, τον αργό ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, το υψηλό επίπεδο φοροδιαφυγής, τη φυγή ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης στο εξωτερικό, την κλιματική αλλαγή και το κόστος μετάβασης σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας, τη μεταναστευτική-προσφυγική κρίση, την προβλεπόμενη δημογραφική επιδείνωση λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και τη μεγάλη αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση της Ελλάδος.
Προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και την επιτάχυνση της ανάκαμψης
Για την επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων και την επαναφορά της οικονομίας στην αναπτυξιακή τροχιά των τελευταίων ετών, κρίσιμες θεωρούνται, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, οι εξής πρωτοβουλίες:
(α) Η αποτελεσματική και ευρεία αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων και των εθνικών δημοσιονομικών πόρων ώστε να μεγιστοποιηθεί η επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα και να ελαχιστοποιηθεί το δημοσιονομικό κόστος.
(β) Η συνέχιση της παροχής άμεσων ενισχύσεων και φορολογικών και ασφαλιστικών διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις και κλάδους που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, προκειμένου οι επιπτώσεις της κρίσης να μην καταστούν μόνιμες.
(γ) Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και της πολιτικής προστασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης της υγειονομικής κρίσης.
(δ) Η ταχεία ανάταξη, σε συνδυασμό βέβαια με την προστασία της δημόσιας υγείας, της οικονομικής δραστηριότητας – και ιδιαίτερα της τουριστικής, η εξέλιξη της οποίας δεν συνδέεται μόνο με τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και με εξωτερικούς παράγοντες.
Μεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να αναληφθούν πρόσθετες πρωτοβουλίες με στόχο:
• Να αποκατασταθεί η δημοσιονομική σταθερότητα και να μετριαστεί η επίπτωση των έκτακτων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Παράλληλα, θα πρέπει να διατηρηθεί το υψηλό ταμειακό απόθεμα της γενικής κυβέρνησης ώστε να μη διαταραχθεί η ικανότητα αναχρηματοδότησης των μεσομακροπρόθεσμων δανειακών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου και να αποφευχθεί μια πιθανή αύξηση του κινδύνου αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους στις αγορές κεφαλαίων.
• Να στηριχθούν οι τράπεζες ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του αύριο, που αφορούν την ψηφιακή τεχνολογία και, κυρίως, τη χρηματοδότηση δυναμικών κλάδων και επιχειρήσεων. Αυτό απαιτεί, κατά προτεραιότητα, την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC). Είναι επιτακτική ανάγκη σύντομα να υλοποιηθούν λύσεις για την αντιμετώπιση όχι μόνο του υψηλού υφιστάμενου υπολοίπου των ΜΕΔ, αλλά και την πολύ πιθανή καταγραφή και νέων ΜΕΔ λόγω της επίπτωσης της πανδημίας. Μια τέτοια λύση είναι η δημιουργία εταιρίας διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company), η οποία θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς το σχέδιο “Ηρακλής”, θα αναλάβει τη διάθεση μέρους των ΜΕΔ, ενώ θα αντιμετωπίζει και το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Η Τράπεζα της Ελλάδος επεξεργάζεται ένα σχήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
• Να τονωθεί η δημόσια και ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα με αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να ενισχυθούν οι δημόσιες επενδύσεις για την αναβάθμιση των δημόσιων υποδομών, να στηριχθούν οι επενδυτικές πρωτοβουλίες με υψηλή προστιθέμενη αξία, αλλά και να προσαρμοστεί το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων στις νέες, μετά την πανδημία, συνθήκες. Ταυτόχρονα, οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) για την ενίσχυση των υποδομών, ειδικότερα στον τομέα της ψηφιακής υγείας και εκπαίδευσης, αποκτούν ενδεχομένως νέο περιεχόμενο μετά την εμπειρία της πανδημίας.
• Να διαφυλαχθεί η κυβερνητική δέσμευση και αξιοπιστία ως προς την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με ισχυρά πολλαπλασιαστικά οφέλη στην οικονομική δραστηριότητα και στην ενίσχυση του δυνητικού προϊόντος. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να συμβάλουν δράσεις σχετικές με: (α) τη στοχευμένη μείωση της φορολογίας και ιδιαίτερα των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, (β) την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, (γ) τη βελτίωση της ποιότητας της διακυβέρνησης στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, (δ) την αναβάθμιση των συστημάτων υγείας και εκπαίδευσης και (ε) τον εξορθολογισμό των δημόσιων δαπανών με ανακατανομή πόρων σε αναπτυξιακές δράσεις.
• Να ενισχυθεί η μετάβαση σε ένα βιώσιμο πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης, αξιοποιώντας τους πόρους του νέου μέσου ανάκαμψης “NextGeneration EU”. Το πρότυπο αυτό θα ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του ψηφιακού μετασχηματισμού, θα ενσωματώνει τις αρχές της πράσινης και κυκλικής οικονομίας και θα βασίζεται στη συνεχή επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Αυτό προϋποθέτει την αποφασιστική και ταχεία εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που αφορούν μεταξύ άλλων την αποτελεσματικότερη λειτουργία και τη μείωση της γραφειοκρατίας στο δημόσιο τομέα, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας, της παιδείας, της απονομής δικαιοσύνης και της ψηφιακής διακυβέρνησης. Eπίσης, απαιτείται η υιοθέτηση πολιτικών που ενθαρρύνουν την έρευνα και την καινοτομία, διευκολύνουν τη διάχυση της τεχνολογίας, ενισχύουν την επιχειρηματικότητα και προωθούν τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης. Επισημαίνεται ότι, κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των μέτρων περιορισμού λόγω του κορωνοϊού, έγιναν ψηφιακά άλματα, όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και η ηλεκτρονική εξυπηρέτηση των πολιτών, που ταχύτατα εφαρμόστηκε από τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και η εκτεταμένη τηλεργασία στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα.
• Να αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας. Για τη στήριξη της αγοράς εργασίας και των επιχειρήσεων θα χρειαστούν πρόσθετες ενεργητικές πολιτικές, με αξιοποίηση του μηχανισμού ενίσχυσης της απασχόλησης ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, ώστε να στηριχθούν οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο μέσω της παροχής κινήτρων στις επιχειρήσεις για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων. Παράλληλα, πρέπει να συνεχιστούν τα μέτρα προστασίας των ανέργων, ιδίως των μακροχρόνια ανέργων.
Με το ξέσπασμα της πανδημίας, η κυβέρνηση έλαβε, χωρίς καθυστέρηση, μέτρα περιορισμού των δραστηριοτήτων της οικονομικής και κοινωνικής ζωής με αποτέλεσμα, έως τώρα, οι υγειονομικές επιπτώσεις να είναι συγκριτικά μικρές. Η επιτυχής διαχείριση της υγειονομικής κρίσης ενίσχυσε την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος και ανέδειξε τη σημασία τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής ευθύνης στην οργάνωση και λειτουργία της κοινωνίας και της οικονομίας.
Τα μέτρα περιορισμού, παρότι συμβάλλουν στη διατήρηση της υγείας του πληθυσμού, έχουν υψηλό οικονομικό κόστος βραχυπρόθεσμα. Τα δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν από την κυβέρνηση για τη στήριξη της οικονομίας και οι εκτεταμένες δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ και των λοιπών ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων αναμένεται να αντισταθμίσουν, έως ένα βαθμό, τις αρνητικές επιπτώσεις του κορωνοϊού στην ανάπτυξη και την απασχόληση το 2020 και να οδηγήσουν σε ανάκαμψη της οικονομίας το 2021.
Για να αντιμετωπιστούν όμως οι υπάρχουσες και μελλοντικές προκλήσεις, θα πρέπει, επενδύοντας στη νέα σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών, να συνεχιστεί η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Παράλληλα, θα πρέπει να διασφαλιστεί, μεσοπρόθεσμα, η διατήρηση υγιούς δημοσιονομικής θέσης με πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης, προκειμένου να αποτραπεί η αύξηση του κόστους αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους στις αγορές κεφαλαίων και να διαφυλαχθεί η βιωσιμότητά του.
Εν κατακλείδι, η υγειονομική κρίση, παρά τις ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις της για την κοινωνία και την οικονομία, αποτελεί μια αξιοσημείωτη ευκαιρία για να προωθηθούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ώστε η Ελλάδα να προχωρήσει προς τη νέα ψηφιακή εποχή, αντιμετωπίζοντας παράλληλα και τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Ταυτόχρονα, η πρόσφατη κρίση (όπως και η κρίση χρέους που οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές, για παράδειγμα στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού) είναι μια ευκαιρία για να πραγματοποιήσει η Ευρώπη ακόμη ένα σημαντικό βήμα προς την οικονομική ολοκλήρωση.
Υποβλήθηκε σήμερα στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο η Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2019-2020, σύμφωνα με όσα προβλέπει το Καταστατικό της.
Υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού – προοπτικές ανάκαμψης για το 2021
Η παρούσα Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική υποβάλλεται σε μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας και έντονων οικονομικών αναταράξεων. Η εξάπλωση του κορωνοϊού (COVID-19) σε παγκόσμιο επίπεδο και στην Ελλάδα προς το τέλος του α΄ τριμήνου του τρέχοντος έτους ανέτρεψε τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2020, οι οποίες χαρακτηρίζονταν ως ευοίωνες έως τότε. Η πανδημία και τα μέτρα που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση, όπως και οι περισσότερες χώρες παγκοσμίως, προκειμένου να περιοριστούν οι υγειονομικές επιπτώσεις οδήγησαν σε σημαντική κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας το Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2020. Η συνολική επίπτωση της επιβολής των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης και της αναστολής της λειτουργίας πολλών κλάδων οικονομικής δραστηριότητας δεν είναι γνωστή ακόμη.
Η συγκράτηση της πανδημίας στην Ελλάδα, η σταδιακή άρση των μέτρων περιορισμού που ξεκίνησε στις αρχές Μαΐου, τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την κυβέρνηση και οι εκτεταμένες δράσεις των ευρωπαϊκών θεσμών, που περιλαμβάνουν δημοσιονομικές, νομισματικές και ρυθμιστικές/εποπτικές παρεμβάσεις, αναμένεται να αμβλύνουν έως ένα βαθμό τις αρνητικές συνέπειες του κορωνοϊού στην οικονομία το 2020 και να οδηγήσουν σε ανάκαμψη το 2021. Ιδιαίτερα θετική επίδραση στην επιτάχυνση της ανάκαμψης θα έχει η υλοποίηση της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το νέο μέσο ανάκαμψης (“NextGeneration EU”).
Η πανδημία του κορωνοϊού ανέκοψε την ανοδική αναπτυξιακή τροχιά της ελληνικής οικονομίας
Το 2019, το ΑΕΠ αυξήθηκε με ρυθμό 1,9%, χάρη κυρίως στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, λόγω της σημαντικής ανόδου των τουριστικών εσόδων και των εισπράξεων από τη ναυτιλία. Θετική συμβολή στην άνοδο του ΑΕΠ είχαν επίσης η ιδιωτική και η δημόσια κατανάλωση, καθώς και οι επενδύσεις. Ωστόσο, το α΄ τρίμηνο του τρέχοντος έτους το ΑΕΠ, εποχικά διορθωμένο και σε σταθερές τιμές 2010, παρουσίασε μείωση κατά 0,9% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους και κατά 1,6% σε σχέση με το δ΄ τρίμηνο του 2019. Η αρνητική εικόνα κατά το α΄ τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019 οφείλεται κατά κύριο λόγο στην υποχώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων. Αντίθετα, θετική ήταν η συμβολή της δημόσιας κατανάλωσης και των καθαρών εξαγωγών.
Σύμφωνα με τους διαθέσιμους δείκτες προσδοκιών και οικονομικής συγκυρίας, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να περιοριστεί σημαντικά το β΄ τρίμηνο, αλλά και στο σύνολο του έτους. Επιπλέον, η εκδήλωση της πανδημίας του κορωνοϊού διέκοψε τη θετική πορεία των δημόσιων οικονομικών το 2019, λόγω της αναγκαίας λήψης έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων για την ανάσχεση των αρνητικών επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης στην οικονομική δραστηριότητα.
Παρά τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας στο χρηματοπιστωτικό τομέα, η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ ενισχύει την εμπιστοσύνη των αγορών προς την ελληνική οικονομία
Οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες που επικράτησαν το 2019 ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές, αντανακλώντας και τις αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας, ενώ παρέμειναν διευκολυντικές και στις αρχές του 2020. Ωστόσο, η ραγδαία επιδείνωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών από τα μέσα Φεβρουαρίου του 2020, λόγω των εντεινόμενων ανησυχιών των επενδυτών για τις επιπτώσεις της πανδημίας, επέφερε αναπόφευκτα άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών, αλλά κυρίως των εταιρικών, ομολόγων και μεγάλη πτώση στις τιμές των μετοχών. Μετά την ανακοίνωση των μέτρων στήριξης από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών, οι επιπτώσεις της αναταραχής στις τιμές και τις αποδόσεις μετοχών και ομολόγων περιορίστηκαν.
Η Ελλάδα επωφελήθηκε από τις αποφάσεις που έλαβε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία αναφορικά με τη χορήγηση παρέκκλισης (waiver) για τους τίτλους που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο από τα κριτήρια επιλεξιμότητας του Ευρωσυστήματος: α) ως προς την αγορά τους στο έκτακτο λόγω πανδημίας πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ και β) την αποδοχή τους ως εξασφαλίσεων για την παροχή ρευστότητας από το Ευρωσύστημα στις ελληνικές εμπορικές τράπεζες. Η στήριξη αυτή προς την Ελλάδα συνέβαλε ώστε να συνεχιστεί η επιτυχής πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές κεφαλαίων, επιβεβαιώνοντας την εμπιστοσύνη των αγορών στην ελληνική οικονομία, παρά τις συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία».