Η αβεβαιότητα είναι το χαρακτηριστικό που κυριαρχεί στην ελληνική και παγκόσμια οικονομία σύμφωνα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα.
Μιλώντας στην κοινοβουλευτική επιτροπή Δημόσιων Οργανισμών και Τραπεζών, ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε, αρχικά, στο βασικό σενάριο για την ύφεση στην ελληνική οικονομία την φετινή χρονιά. «Πρόβλεψη δεν μπορεί να κάνει κανείς εφόσον δεν υπάρχει εμβόλιο. Μόνο σενάρια μπορούν να γίνουν. Η ΤτΕ προβλέπει ύφεση απο 4,5% εως 9,5% για το 2020. Το βασικό σενάριο είναι στο 6%. Για 2021 προβλέπουμε ανάπτυξη 5,5%. Οι εκτιμήσεις βεβαίως αλλάζουν. Κάθε φορά που θα δημοσιοποιούνται στοιχεία οι προβλέψεις θα αλλάζουν».
Αναφορικά με το ζήτημα των «κόκκινων δανείων», ο πρώην ΥΠΟΙΚ σημείωσε ότι το σχέδιο «Ηρακλής» δεν επαρκεί για την διευθέτησή του, καλώντας στη λήψη επιπλέον πρωτοβουλιών.
Κατόπιν, επισήμανε ότι η χώρα θα παρουσιάσει πρωτογενές έλλειμμα 2,9% το 2020, τάση που θα αντιστραφεί την επόμενη χρονιά.
Επιπλέον, ιδιαίτερη έμφαση στην τελική εικόνα για το ΑΕΠ απέδωσε στον τουρισμό, σημειώνοντας: «Σε όρους ΑΕΠ ο τουρισμός– δεν υπάρχει στους εθνικούς λογαριασμούς άλλα αποτελείται απο τομείς εστίασης ξενοδοχεία κ.λπ. – όλα αυτά έχουν συμβολή 8 με 8,5% στο ΑΕΠ. Η ΤτΕ κάνει έρευνες συνόρων. Πέρυσι καταγράφηκαν 18,5 δις ευρώ έσοδα αλλά την ίδια ώρα είχαμε και εκροές καθώς και οι έλληνες ταξιδεύουν σε άλλες χώρες. Το σημαντικό είναι να δούμε την άμεση επίπτωση όπως μετράται από τους εθνικούς λογαριασμούς ή τις έρευνες συνόρων».
Ακόμα, ο κεντρικός τραπεζίτης τόνισε πως οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας ήταν πολύ θετικές πριν τον κορωνοϊό, αφού προβλεπόταν ανάπτυξη 2,4% για το παρόν έτος.
Σχετικά με την πολιτική της ΕΚΤ και της ΕΕ συνολικά έναντι του κορωνοϊού, ο κ. Στουρνάρας δήλωσε ικανοποιημένος, λέγοντας ότι «η ΕΚΤκινήθηκε πρώτη με πρωτοφανή τρόπο. Γίνονται επαναγορές πάνω απο 1 τρις κρατικών ομολόγων. Η Ελλάδα απέκτησε πρόσβαση και συμμετέχει στις επαναγορές χρέους που σχετίζονται με την πανδημία. Πέρα απο την ΕΚΤ φαίνεται ότι κινείται συνολικά και η ΕΕ. Η γαλλογερμανική συμφωνία πολύ σημαντική. Ποσό 500 εκατ ευρώ παραχωρούνται ως επιχορηγήσεις».
Επίσης, ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση πρέπει να προσέξει τα εξής ζητήματα:
– Να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις,
– Να αξιοποιήσει περοσεκτικά τους δημόσιους πόρους,
– Να αξιοποιήσει την δυνατότητα για φθηνό δανεισμό,
– Να μη μονιμοποιηθούν οι παρεμβάσεις στην οικονομία, καθώς θα υποχωρούν οι επιπτώσεις της πανδημίας,
– Να βρεθούν επιπλόεν εργαλεία για την διαχείριση των «κόκκινων δανείων»,
– Να ψηφιφθεί νέος πτωχευτικός κώδικας,
– Να επιλυθεί το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογίας.
Ολοκληρώντας, ο κ. Στουρνάρας έκλεισε την τοποθέτησή του λέγοντας τα εξής: «Την εξαετία, η κεντρική τράπεζα με ενεργητική παρουσία διοικητή στο διοικητικό συμβούλιο ΕΚΤ χάραξε την ενιαία νομισματική πολιτική που χαρακτηρίστηκε από πρωτοβουλίες για αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης.
Το τελευταίο διάστημα συνέβαλε στην διαφύλαξη χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, όταν κυβερνητικές ενέργειες κλόνησαν την σταθερότητα. Μεταγενέστερα σταθεροποιήθηκε η κατάσταση.
Η χώρα αποκτούσε με βήμα στθερό βαθμούς ελευθερίας. Δυστυχώς η συνεχιζόμενη πορεία ανακόπηκε από τον κορωνοϊό. Η κυβέρνηση καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αντιμετωπίσει οικονομικές συνέπειες και φαίνεται ότι το κάνει με επιτυχία. Ο θεσμικός ρόλος της ΤτΕ αποκτά σημασία. Ανεξάρτητα θα συνεχίσει να τον επιτελεί».