Στο 16,7% ανήλθε η ανεργία το β’ τρίμηνο του 2020, παρουσιάζοντας αύξηση 0,5% συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο (16,2%) και μείωση σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 (16,9%), σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Πιο αναλυτικά, ο αριθμός των απασχολούμενων βρέθηκε στα 3.844.044 άτομα.
Ταυτόχρονα, οι οικονομικά μη ενεργοί ανήλθαν στα 3.289.155 άτομα. Οι μη ενεργοί μειώθηκαν κατά 0,7% σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2020, ενώ αυξήθηκαν κατά 3,4% σε σχέση με β’ τρίμηνο του 2019. Μέρος αυτής της αύξησης προέρχεται από τη ροή ανέργων προς τους οικονομικά μη ενεργούς καθώς, σύμφωνα με τον ορισμό για τον άνεργο και τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εάν ένα άτομο δεν εργάζεται, δεν αναζητεί ενεργά εργασία και δεν είναι διαθέσιμο να αναλάβει άμεσα εργασία, δεν κατατάσσεται στους ανέργους αλλά στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό.
Έμφυλη ανισότητα και ηλικιακή κατανομή
Παράλληλα, το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι η ανεργία δείχνει να πλήττει περισσότερο τις γυναίκες (19,9%) από τους άνδρες (14,1%).
Αναφορικά με την ηλικιακή κατανομή των ανέργων, οι περισσότεροι βρίσκονται στις ηλικιακές κατηγορίες 20- 24 ετών (36,4%) και 15- 19 ετών (32,5%). Κατόπιν, ακολουθούν οι ηλικίες 25- 29 ετών (26,5%), 30- 44 ετών (16,2%), 45- 64 ετών (13,2%) και 65 ετών και άνω (8,5%).
Γεωγραφική κατανομή
Στον τομέα των περιφερειών, οι περισσότερο πληγείσες περιοχές από την ανεργία είναι το Νότιο Αιγαίο (26,6%), η Δυτική Ελλάδα (22,2%). Πιο κάτω συναντώνται η Στερεά Ελλάδα (19,7%), η Κρήτη (19,5%), τα νησιά του Ιονίου (19,1%), η Κεντρική Μακεδονία (18,8%), η Δυτική Μακεδονία (17,9%), η Θεσσαλία (17,9%), η Ήπειρος (16,6%), το Βόρειο Αιγαίο (15,9%), η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (15,8%), η Αττική (13,7%) και η Πελοπόννησος (10%).
Αιτίες διακοπής της εργασίας
Ακόμα, οι κυριότερες αιτίες που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (34,3%) είτε γιατί απολύθηκαν (21,4%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανέργων (26,6%) εργαζόταν στα ξενοδοχεία και την εστίαση. Αναφορικά με το επάγγελμα της προηγούμενης εργασίας τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (32,7%) απασχολούνταν στην παροχή υπηρεσιών ή ως πωλητές. Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 17,5%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειοψηφία των ανέργων (66,2%) είναι μακροχρόνια άνεργοι. Την ίδια στιγμή, το 25,3% των ανέργων αναζητεί εργασία ως μισθωτός μόνο σε πλήρη απασχόληση, ενώ το 66,5% αναζητεί εργασία με πλήρη απασχόληση, αλλά στην ανάγκη θα δεχόταν και μερική. Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 18,3%, την ώρα που το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 19%.
Απασχόληση
Σχετικά με την απασχόληση, το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (67,9%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (21,3%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, εμφανίζεται μείωση για τους μισθωτούς (0,4%) και αύξηση για τους βοηθούς στην οικογενειακή επιχείρηση (1,6%).
Ακόμα, το ποσοστό μερικής απασχόλησης βρίσκεται στο 9,2%, ενώ όσοι έχουν προσωρινή εργασία ανέρχονται σε 6,8%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται μειωμένη (2,9%) τόσο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, όσο και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (1,9%). Η προσωρινή απασχόληση έχει επίσης μειωθεί τόσο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (5,2%), όσο και σε σχέση με το β’ τρίμηνο του 2019 (27,6%).
Τέλος, οι περισσότεροι εκ των εργαζόμενων απασχολούνται στον κλάδο της παροχή υπηρεσιών και ως πωλητές (23,2%), ενώ ακολουθούν οι επαγγελματίες (20,1%).