Οι Κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας πραγματοποίησαν μέσω τηλεδιάσκεψης, στις 29 Ιουνίου 2020, τη 2η συνάντηση της Ομάδας Εργασίας Υψηλού Επιπέδου Στρατηγικού Διαλόγου για Ενεργειακά Θέματα.
Ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ, Υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για τις Ενεργειακές Πηγές, κ. Francis R. Fannon, ο Υφυπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, κ. Mark Menezes, ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας για την Οικονομική Διπλωματία, κ. Κωσταντίνος Φραγκογιάννης και ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Γεράσιμος Θωμάς, επιβεβαίωσαν τη δέσμευση της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών να συνεργαστούν για την υποστήριξη της διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, να συνεργαστούν με περιφερειακούς εταίρους στην Ανατολική Μεσόγειο για την ανάπτυξη ενεργειακών πόρων και για την προώθηση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας. Η Ομάδα Εργασίας Ενέργειας χτίζει πάνω στην σταθερά αυξανόμενη διμερή συνεργασία σε συνέχεια των συναντήσεων του Στρατηγικού Διαλόγου ΗΠΑ-Ελλάδας το Δεκέμβριο του 2018 και τον Οκτώβριο του 2019.
Οι αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και της Ελλάδας συζήτησαν τις τρέχουσες εξελίξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης των ΗΠΑ για συμπεριληπτικές συνεργασίες που φέρνουν εγγύτερα τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε αυτό το πλαίσιο, και τα δύο μέρη εξέφρασαν τη σταθερή ισχυρή υποστήριξή τους για τον μηχανισμό 3 + 1 και για το Φόρουμ της Ανατολικής Μεσογείου για το Φυσικό Αέριο (East Mediterranean Gas Forum). Συζήτησαν, επίσης, τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς ενέργειας που δημιουργήθηκαν από την πανδημία COVID-19. Κάθε πλευρά επανέλαβε τη σημασία της διαφοροποίησης στον ενεργειακό τομέα, που αναδείχθηκε από την πρόσφατη διαταραχή των αλυσίδων εφοδιασμού.
Οι αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και της Ελλάδας υπογράμμισαν την ανάγκη όπως όλα τα κράτη της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου να διεξάγουν τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, όπως αποτυπώνεται στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, και να προωθήσουν τις σχέσεις καλής γειτονίας προς όφελος της περιφερειακής σταθερότητας και ασφάλειας, δημιουργώντας έτσι ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών και οδεύσεων.
Ο Υφυπουργός Εξωτερικών Fannon εξέφρασε την ικανοποίησή του για την ολοκλήρωση του ελληνικού τμήματος του Διαδριατικού αγωγού φυσικού αερίου (TAP), την υποστήριξη για τη συνέχιση της κατασκευής του Διασυνδετηρίου αγωγού Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), καθώς και για την επίτευξη προόδου στο έργο της πλωτής μονάδας υγροποιημένου φυσικού αερίου της Αλεξανδρούπολης και της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου της Καβάλας, καθώς, επίσης, και στη διασύνδεση Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας. Οι αντιπροσωπείες της Ελλάδος και των ΗΠΑ επιβεβαίωσαν την υποστήριξή τους στη διαφοροποίηση των εξαγωγικών επιλογών για τις ενεργειακές πηγές της Ανατολικής Μεσογείου, που ενισχύουν την ενεργειακή ασφάλεια σε περιφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο και είναι εμπορικά βιώσιμες, οι οποίες θα μπορούσαν να περιλάβουν νέα έργα υποδομής όπως ο Αγωγός της Ανατολικής Μεσογείου (EastMed).
Η Ομάδα συζήτησε, επίσης, δυνητικές επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα των ΗΠΑ στον ελληνικό ενεργειακό τομέα, τις ευκαιρίες στην αγορά πετρελαίου και την επέκταση της συνεργασίας στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Αυτό αναδείχθηκε από τις νέες ευκαιρίες για αμερικανικές επενδύσεις που δημιουργούνται από το Development Finance Corporation (DFC) των ΗΠΑ. Αμφότερες πλευρές χαιρέτισαν τη συμμετοχή της ExxonMobil σε συνεργασία με την Total και τα Ελληνικά Πετρέλαια σε δύο θαλάσσιες περιοχές, οι οποίες έχουν παραχωρηθεί για έρευνα και εκμετάλλευση Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης και προσβλέπουν στη σφυρηλάτηση νέων συνεργασιών σε αυτόν τον τομέα. Οι δυο πλευρές συζήτησαν, επίσης, τις πιθανές ευκαιρίες για επενδύσεις των ΗΠΑ στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, υπό το φως του πρόσφατα επικυρωμένου ελληνικού νόμου περί του «Εκσυγχρονισμού της Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας».
Οι αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και της Ελλάδας δεσμεύθηκαν να συνεχίσουν τη συνεργασία σε όλους τους τομείς που συζητήθηκαν στην Ομάδα Εργασίας για ενεργειακά θέματα στο πλαίσιο του Στρατηγικού Διαλόγου.