Εφικτό αλλά με ρίσκο βλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής τον στόχο της επίτευξης του 3,5% πλεονάσματος για το 2019. Οι εκτιμήσεις του Γραφείου δείχνουν ενοποιημένο έλλειμμα 202 εκατ. ευρώ για την Γενική Κυβέρνηση με προσαρμογές.
Όπως αναφέρει η έκθεση, «σημαντικό μέρος της υστέρησης οφείλεται στα επεκτατικά μέτρα που νομοθέτησε η προηγούμενη κυβέρνηση και αναμένεται να διευρυνθεί από την επιπρόσθετη μείωση του ΕΝΦΙΑ (205 εκατ. ευρώ) που νομοθέτησε η σημερινή κυβέρνηση». Ταυτόχρονα, προσθέτει ότι «ένα μέρος της υστέρησης οφείλεται σε συγκυριακούς παράγοντες, όπως τα μειωμένα έσοδα και οι αυξημένες δαπάνες από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και το μειωμένο μέρισμα από την Τράπεζα της Ελλάδος».
Ακόμα, το Γραφείο δίνει έμφαση στην επιστροφή της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα, με στόχο την επιστροφή των ελληνικών ομολόγων στην ΕΚΤ. Ειδικότερα, σημειώνονται τα εξής: «Στο προσεχές διάστημα θα πρέπει να προωθηθούν οι απαραίτητες ενέργειες που θα διασφαλίσουν την αναβάθμιση των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε επενδυτική βαθμίδα, ώστε να γίνουν επιλέξιμα για συμμετοχή σε ένα νέο γύρο νομισματικής χαλάρωσης εκ μέρους της ΕΚΤ. Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε περαιτέρω αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού για το σύνολο της οικονομίας και θα έχει ευνοϊκές επιδράσεις στη βιωσιμότητα του χρέους και στους ρυθμούς ανάπτυξης. Πέρα όμως από τη νομισματική χαλάρωση θα πρέπει και η δημοσιονομική πολιτική να συνηγορήσει προς την ίδια κατεύθυνση. Στο πλαίσιο αυτό, η μείωση των δημοσιονομικών στόχων αποτελεί εύλογο αίτημα από την πλευρά της χώρας μας και δηλωμένη πρόθεση σχεδόν του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων».
Επιπλέον, το Γραφείο καλεί την κυβέρνηση να συμπεριφερθεί με ωριμότητα στα δημοσιονομικά θέματα, παρά το ότι αυτά αποτελούν στοιχεία αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων.
Τέλος, η έκθεση βάζει στην συζήτηση μια σειρά από ζητήματα όπως οι εμπορικοί δασμοί, η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας και η πιθανότητα ενός Brexit χωρίς συμφωνία.