Σοκάρουν οι περιγραφές των δύο ατόμων που δέχθηκαν πριν από μία εβδομάδα άγρια επίθεση από ομάδα χούλιγκαν στη Θεσσαλονίκη, φίλων του Άλκη Καμπανού, η οποία οδήγησε στον τραγικό θάνατο του 19χρονου.
Ο ένας εκ των δύο φίλων περιέγραψε την στιγμή της επίθεσης, λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Την Δευτέρα 31, Ιανουαρίου γύρω στις επτάμισι με οκτώ πήγα στην περιοχή Χαριλάου για να συναντηθώ με τους φίλους μου. Εκεί βρήκα τον Δημήτρη με τον οποίο κάνουμε παρέα, τον αδερφό το Σπύρο, τον Άλκη και ένα παιδί ακόμα που δε θυμάμαι το όνομα του. Αυτούς τους συνάντησα στο πάρκο του Άρη και μετά περάσαμε μια βόλτα από το σύνδεσμο του Άρη. Μετά ξανά πήγαμε στο πάρκο του Άρη όπου κάτσαμε για αρκετή ώρα και γύρω στις 11:40 εγώ και ο Άλκης πήγαμε με το μηχανάκι να τα αφήσουμε εκεί και να περπατήσουμε όλοι μαζί με την υπόλοιπη παρέα. Εγώ και ο Άλκης πήραμε ένα ενεργειακό ποτό για να το πιούμε από μισό.
Από την Παπαναστασίου στρίψαμε Δεξιά στην Πλαστήρα και από εκεί πάλι δεξιά στην οδό Γαζή. Λίγα μέτρα παρακάτω, βρήκαμε κάτι σκαλάκια.
Περίπου μισή με μία ώρα μετά είδα ξαφνικά να έρχονται από την οδό Πλαστήρα προς το μέρος μας, τρία άτομα ο πρώτος από τους οποίους μας ρώτησε “τι ομάδα είστε”. Ταυτόχρονα από την αντίθετη πλευρά, ήρθαν άλλα τέσσερα άτομα και ουσιαστικά μας περικύκλωσαν. Απ’ ότι θυμάμαι εγώ απάντησα ότι είμαστε Άρης και την ίδια στιγμή τα άτομα αυτά άρχισαν να μας χτυπάνε. Αυτός ρώτησε τι ομάδα είμαστε, δεν θυμάμαι αν κρατούσε κάτι στα χέρια του, πάντως θυμάμαι ότι κάποιος από τους άλλους δύο που ήταν μαζί του είχε στα χέρια του ένα μαχαίρι. Από την τετράδα που ήρθε κατά πάνω μας από την ανατολική πλευρά της οδού Γαζή, από την οδό Σεφέρη δηλαδή προς εμάς, θυμάμαι ότι ο ένας κρατούσε ένα δρεπάνι στα χέρια του Μήκους περίπου 30 με 40 εκατοστά, ενώ ένας ακόμη κρατούσε στα χέρια του ένα μαχαίρι. Εγώ εκείνη τη στιγμή έπιασα αμέσως το κράνος μου και το έβαλα μπροστά στο στήθος μου για να προστατευτώ. Αυτός με το μαχαίρι που ήρθε από την Σεφέρη ανέβηκε τα σκαλιά και ήρθε προς τα πάνω μου και εγώ τον χτύπησα με το κράνος μία φορά στο κεφάλι. Τον πέτυχα στο μέτωπο, δεν ξέρω αν μάτωσε γιατί φορούσε κουκούλα. Μόλις τον χτύπησα έκανε ένα βήμα προς τα πίσω αλλά αμέσως μετά όρμηξε ξανά επάνω μου. Το κράνος μου έφυγε από τα χέρια, δεν θυμάμαι όμως πως ακριβώς. Έβαλε τα χέρια μου στο ύψος των δύο πλευρών μου για να προστατευτώ κι αυτός με το μαχαίρι άρχισε να με καρφώνει στα πόδια. Συγκεκριμένα με κάρφωσέ τρεις φορές στο αριστερό μου ποδι. Ταυτόχρονα με χτυπούσε με μπουνιές στο κεφάλι και ένα δεύτερο άτομο. Εκείνη την ώρα άκουσα τον Άλκη να ουρλιάζει βοήθεια δεν μπορώ πονάω. Γύρισα και τον είδα πεσμένο στο πεζοδρόμιο και τέσσερα άτομα από πάνω του να τον χτυπάνε. Εγώ προσπάθησα να πηδήξω από τα σκαλιά επάνω στον Άλκη για να τον σώσω από τα χτυπήματα προστατεύοντας τον με το σώμα μου, αλλά με κράτησαν τρία άτομα και εκεί έφαγα και μια ροπαλιά στο κεφάλι και κόντεψα να λιποθυμήσω. Τότε με κάρφωσέ και πάλι αυτός με το μαχαίρι στο δεξί μου πόδι αυτή τη φορά. Έπεσα από τα σκαλιά δίπλα στον Άλκη κι αυτή έφυγαν τρέχοντας προς την οδό Πλαστήρα. Προσπάθησα να σηκώσω τον Άλκη. Κατάφερε για λίγο να σταθεί στα Τα πόδια του και προσπάθησα να του μιλήσω αλλά δεν επικοινωνούσε. Έτρεχε πάρα πολύ αίμα από το πόδι του. Είχα γεμίσει και εγώ αίματα παντού, έτρεχε αίμα από το κεφάλι μου, από τα πόδια μου και είχα πάνω μου το αίμα του Άλκη. Πήρα το κινητό μου και κάλεσα τον πατέρα μου και του είπα να έρθει κατευθείαν γιατί έγινε κάτι σοβαρό και δεν είναι καλά ούτε ο Άλκης, ούτε εγώ. Λίγο αργότερα ήρθε και η αστυνομία. Οι αστυνομικοί προσπάθησαν να βοηθήσουν τον Άλκη και να τον σταματήσουν την αιμορραγία από το πόδι. Μετά από αρκετή ώρα, περίπου ένα μισάωρο, έφτασαν δύο ασθενοφόρα. Μας παρέλαβαν και μας μετέφερε στο Παπανικολάου. Εμένα μου έλειψαν τα πόδια στα σημεία που δέχτηκα τις μαχαιριές. Τον Άλκη δεν τον έχω δει καθόλου από τότε, δεν έχω μάθει τίποτα από κανέναν για την υγεία του αλλά ανησυχώ πολύ γιατί όταν έφτασε το Ασθενοφόρο, πιστεύω ότι είχε ήδη χάσει την αναπνοή του. Στο νοσοκομείο συνάντησα τον Δημήτρη και τότε έμαθα ότι κι αυτός είχε φάει μαχαίρια. Ο Σπύρος και το παιδί που δε γνωρίζω το όνομα του τρέξανε και κατάφεραν να ξεφύγουν, δεν ξέρω προς τα που έφυγαν. Όλοι επίθεση διήρκησε δύο με 3 λεπτά περίπου».
Ο δεύτερος φίλος του Άλκη περιέγραψε την επίθεση και τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνη την ημέρα, σημειώνοντας:
«Την Δευτέρα το μεσημέρι πήγα στη σχολή μου γιατί είχα εξεταστική. Τελείωσα τις εξετάσεις και ένας συμφοιτητής μου με γύρισε με το αυτοκίνητο και με άφησε στην περιοχή Χαριλάου. Πήγα στο πάρκο του Άρη, δίπλα από το γήπεδο που βρήκα τους φίλους μου, τον αδερφό μου Σπύρο, τον Άλκη και το Νίκο και τον άγγελο.
Με τον αδερφό μου και το Νίκο βρισκόμαστε σχεδόν καθημερινά ενώ με τον άγγελο και τον Άλκη κάνουμε παρέα αλλά δεν είμαστε κολλητοί. Γενικότερα εγώ τα απογεύματα συχνάζω εκεί, στην περιοχή του Χαριλάου, μαζί με τους φίλους μου.
Στο πάρκο του Άρη κάτσαμε περίπου 1 ωρα και μετά πήγαμε στο σύνδεσμο του Άρη. Στον σύνδεσμο παραμείναμε για καμιά ώρα περίπου και μετά επιστρέψαμε πάλι στο πάρκο. Η ώρα ήταν περίπου 10. Κάτσαμε στο πάρκο για περίπου μιάμιση ώρα και γύρω στις εντεκάμιση, Πήγαμε σε μία κρεπερί. Μετά από λίγο ήρθαν και οι υπόλοιποι και είπαμε να πάμε μια βόλτα να περπατήσουμε προς τα πάνω. Από την Παπαναστασίου, ανέβηκα με την Νικόλαο Πλαστήρα και στην πρώτη διασταύρωση στρίψαμε δεξιά στην οδό Γαζή. Λίγα μέτρα παρακάτω ήτανε κάτι σκαλάκια μιας πολυκατοικίας και καθίσαμε εκεί για να πιουν οι φίλοι μας κάτι ενεργειακά αναψυκτικά που είχαν πάρει νωρίτερα. Καθόμασταν στα σκαλάκια και συζητούσαμε για διάφορα θέματα, κυρίως για την εξεταστική μας.
Γύρω στις 12:30 όπως υπολογίζω θα ξαφνικά μια ομάδα 10 με 15 άτομα να έρχεται κοντά μας από την πλευρά της στην Νικόλαο Πλαστήρα. Εγώ όταν το αντιλήφθηκα, ο πρώτος της ομάδας αυτής βρισκόταν σε απόσταση 2 m περίπου από εμένα. Υπόλοιποι βρισκόταν από πίσω του. Ο πρώτος κρατούσε στα χέρια του ένα δρεπάνι. Η λαβή του θυμάμαι ότι ήταν μαύρη, ο κορμός του μεταλλικός κόκκινου χρώματος Και μήκους περίπου 30 εκατοστών. Από πίσω του είδα ένα άλλο άτομο που κρατούσε στα χέρια του ένα μαχαίρι με ίσια λάμα μήκους περίπου 15 εκατοστών και ένα ακόμη άτομο που κρατούσε ένα ξύλινο Ρόπαλο καφέ ανοικτού χρώματος μήκους περίπου 50 εκατοστών. Ο πρώτος που σας είπα, αυτός με το δρεπάνι γύρισε και μας ρώτησε τι ομάδα είστε; Εγώ κοκάλωσα όπως και οι φίλοι μου και δεν απάντησαμε τίποτα. Αμέσως μετά όρμηξαν όλοι μαζί προς τα πάνω μας. Εμείς προσπαθήσαμε να τρέξουμε για να φύγουμε. Κάποιοι τα καταφέραμε αλλά κάποιοι δεν πρόλαβα. Εγώ έτρεξα προς την αντίθετη πλευρά από αυτή που μας επιτέθηκαν. Όπως γύρισα την πλάτη μου, ένιωσα ένα χτύπημα στον αριστερό γλουτό. Νόμιζα ότι θα κάνω παλιά. Έτρεξε προς την διπλανή οικοδομή όπου είχε ένα κάγκελο πυλωτής. Πήδηξα πάνω απ αυτό και μπήκα στην πυλωτή. Την ώρα που πήδηξε τα κάγκελα, είδα ότι από την ομάδα που μας επιτέθηκαν περίπου έξι με επτά άτομα, ήταν στα σκαλάκια και χτυπούσαν τον άγγελο και τον Άλκη. Συγκεκριμένα είδα ότι εκείνη τη στιγμή περίπου τέσσερα άτομα, χτυπούσαν ταυτόχρονα τον Άλκη και δύο χτυπούσαν τον άγγελο. Νομίζω ότι ανάμεσα στους τέσσερις που χτυπούσαν τον Άλκη, είδα και αυτόν με το δρεπάνι, αλλά δεν είμαι σίγουρος. Επίσης είδα περίπου τρία με τέσσερα άτομα από την ομάδα αυτή, να επιστρέφουν προς την οδό Πλαστήρα και να Κατευθύνονται σε δύο αυτοκίνητα που είχαν σταματήσει ακριβώς πάνω στη διασταύρωση της Γαζή με την Πλαστήρα. Το ένα αυτοκίνητο ήταν λευκού χρώματος και το άλλο μαύρο. Το λευκό αμάξι είχε ανοιχτή την πόρτα της αριστερής πλευράς, πίσω από τον οδηγό. Δεν είδα κάποιον να μπαίνει μέσα στα αυτοκίνητα αυτά αλλά είμαι σίγουρος ότι κατευθύνονταν προς αυτά. Το λευκό αμάξι θυμάμαι ότι ήταν κοφτό στο πίσω μέρος, τετράθυρο, καθώς όπως σας είπα η πόρτα πίσω από τον οδηγό ήταν ανοιχτή, αλλά δεν πρόλαβα να διακρίνω τι μάρκα ήταν. Για το μαύρο αμάξι, εκτός από το χρώμα του, δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα άλλο. Αφού λοιπόν μπήκα στην πυλωτή, Έτρεξα προς το πίσω μέρος και από την πρασιά πήδηξα σε άλλο φράκτη, βγήκα σε άλλη πυλωτή και από κει στην οδό Παπαναστασίου. Στην Παπαναστασίου, αρχικά κινήθηκα προς την Πλαστήρα, για να δω αν μπορέσω να δω τι συνέβη στους φίλους μου. Φτάνοντας στην οδό Παπαναστασίου με Πλαστήρα είδα ότι τα αυτοκίνητα των δραστών ήταν ακόμα εκεί. Κάποιοι ήταν ακόμα μέσα και φωνάζανε «άντε πάμε πάμε». Δευτερόλεπτα μετά μπήκαν τρία με τέσσερα άτομα στα αυτοκίνητα και έφυγαν. Και τα δύο χήματα, τα είδα ότι ξεκίνησα να κατεβαίνουν την Πλαστήρα προς Παπαναστασίου. Νομίζω ότι μπροστά ήταν το μαύρο αυτοκίνητο και πίσω του βρισκόταν το λευκό όχημα. Επίσης εκείνη την ώρα θα περίπου πέντε άτομα τα οποία πηγαίνοντας προς τα εκεί για να αποκρούσουν την επίθεση. Το μαύρο αμάξι πρόλαβε και έφυγε, Ενώ το λευκό αμάξι έκανε κάποιους ελιγμούς πάνω στην Πλαστήρα. Κάποιος μάλιστα θυμάμαι ότι πέταξε μια καρέκλα πάνω σε αυτό η οποία χτύπησε το αμάξι, αλλά δεν θυμάμαι σε ποιο ακριβώς σημείο του οχήματος. Όταν τα αυτοκίνητα πλησίασαν διασταύρωση που βρισκόμουν, γύρισα πλάτη και έφυγα προς ανατολικά. Τότε συνειδητοποίησα ότι έχω αίματα στον αριστερό γλουτό και κατάλαβα ότι το χτύπημα που ένιωσα ήταν από το δρεπάνι και όχι από το ρόπαλο. Πάνω στην Παπαναστασίου συνάντησα ένα φίλο μου. Στρίψε αριστερά στον πρώτο δρόμο που βρήκαμε και περπατήσαμε προς τα πάνω. Είδα μια μαύρη φόρμα δίπλα από κάτι κάδους και έκατσα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας όπου την έβαζα στο πόδι μου για να σταματήσω την αιμορραγία. Συνάντησα τυχαία ένα παιδί που το γνωρίζω μόνο φυσιογνωμικά και του ζήτησα να πάει στο σημείο της επίθεσης και να μου φέρει το κινητό μου γιατί το είχα παρατήσει στα σκαλάκια όταν δέχτηκα με την επίθεση. Το παιδί αυτό πήγε και μου έφερε και διαπίστωσα ότι οθόνη του τηλεφώνου μου ήταν σπασμένη. Στη συνέχεια περπάτησα προς τα πάνω με το φίλο μου μέχρι που συνάντησα ένα στενό φόρο και το σταμάτησα για να τους πω τι έπαθα. Μπήκα μέσα στο ασθενοφόρο και με μετέφεραν στο νοσοκομείο που με βάλανε στο χειρουργείο και μου κάνουνε ράμματα στον αριστερό γλουτό. Μέσα στο ασθενοφόρο έμαθα από την επίθεση που δέχτηκαν ότι ο Άλκης σκοτώθηκε. Μετά στο νοσοκομείο έμαθα ότι είχανε μαχαιρώσει και τον άγγελο. Για τον αδερφό μου Σπύρο και το Νίκο δεν ξέρω πως κατάφερα και ξέφυγα να την επίθεση».