Θετικό αντίκτυπο είχε όπως φαίνεται η χθεσινή επιστολή του Παύλου Πολάκη στον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς όπως όλα δείχνουν άνοιξε η συζήτηση στην Κουμουνδούρου για την επιστροφή του βουλευτή Χανίων στα ψηφοδέλτια του κόμματος ενόψει των εθνικών εκλογών.
Στην εισήγησή του στην Πολιτική Γραμματεία του κόμματος, ο Πρόεδρος Αλέξης Τσίπρας τόνισε ότι η απόφαση που έχει ήδη ληφθεί, μπορεί να επανεκτιμηθεί η απόφαση που έχει ληφθεί και έκανε λόγο για γενναία επιστολή.
«Η επιστολή του σύντροφου Πολάκη όμως μας καλεί να συζητήσουμε. Μας αναγκάζει θα έλεγα να επανεκτιμήσουμε και τις αρχικές μας προθέσεις, γιατί είναι πράγματι μια επιστολή γενναίας αυτοκριτικής. Δεν είμαστε κόμμα των διαγραφών και των προγραφών. Αντίθετα, είμαστε κόμμα των εγγραφών. Με ανοιχτές πόρτες, διάφανη λειτουργία, ανοιχτή καρδιά. Αλλά είμαστε κόμμα που σημαίνει ότι έχουμε κανόνες και συλλογικές επεξεργασίες. Και κανένας δε μπορεί να βγαίνει έξω από αυτές. Στο κόμμα μας υπάρχουν όλες οι δικλείδες, οι δημοκρατικές δυνατότητες, οι λειτουργίες, για να μη φιμώνεται κανείς και για κανένα λόγο» υπογράμμισε.
Όσον αφορά στη τραγωδία των Τεμπών, ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και ότι η ελληνική κοινωνία στη μεγάλη πλειοψηφία της αισθάνεται ανασφάλεια και αγανάκτηση.
«Ο καθένας αισθάνεται ότι σε αυτό το τρένο θα μπορούσε να βρίσκεται ο ίδιος ή το δικό του παιδί.
Και καμία δικαιολογία, καμία απόπειρα αποποίησης ευθυνών, συμψηφισμού ή συγκάλυψης δε μπορεί να πια να γίνει πιστευτή.
Γιατί δεν υπάρχει καμία δικαιολογία.
Στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας, την εποχή που στο κινητό μας τηλέφωνο υπάρχουν εφαρμογές για να βλέπουμε που βρίσκονται πλοία και αεροπλάνα, ακόμη και οι παραγγελίες μας στις ταχυμεταφορές, δεν υπάρχει δυνατότητα ελέγχου δύο τρένων.
Που για 12 λεπτά κινούνται στην ίδια γραμμή με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
Και η ζωή των ανθρώπων που είναι στις αμαξοστοιχίες κρέμεται από τις ενέργειες ενός και μόνο άπειρου και ακατάλληλου σταθμάρχη, που διορίστηκε παράνομα» ανέφερε.
Όπως είπε «η εικόνα διάλυσης και απαξίωσης ενός δημόσιου συστήματος μεταφορών, δυστυχώς δεν είναι η εξαίρεση. Και αυτό προκαλεί την ανασφάλεια και την αγανάκτηση των πολιτών.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια αυτός είναι ο κανόνας για τη κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Απαξίωση δημόσιων οργανισμών. Αποψίλωση προσωπικού. Ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών. Συμπράξεις με ιδιώτες.
Το κοινό καλό, η ποιότητα και κυρίως η ασφάλεια έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Αυτό που προέχει είναι το κέρδος για ιδιώτες.
Και το ρουσφέτι, το πελατειακό κράτος για τα γαλάζια παιδιά» δήλωσε μεταξύ άλλων στην εισήγησή του.