Τους τελευταίους μήνες οι βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας αναζητούν διέξοδο από το πανάκριβο φυσικό αέριο, εξαντλώντας κάθε δυνατότητα εναλλακτικού καυσίμου, από ντίζελ και στερεά καύσιμα, το υγραέριο, μέχρι και το σχεδόν προς απόσυρση και δραματικά ρυπογόνο μαζούτ.
Ενδεικτικά αυτής της στροφής είναι τα επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που δείχνουν σημαντική αύξηση όλων των καυσίμων –πλην φυσικού αερίου– στο 9μηνο του 2022.
Η στροφή των επιχειρήσεων στο ντίζελ, το υγραέριο και άλλα καύσιμα
Κατά 8,5% αυξήθηκε την ίδια περίοδο το ντίζελ, ποσοστό που συμπεριλαμβάνει και την κατανάλωση στα πρατήρια, με την αύξηση ωστόσο να αποδίδεται κατά βάση από την αγορά στη βιομηχανία. Αρκετές επιχειρήσεις φαίνεται να έχουν στραφεί και στο υγραέριο , ενώ σημαντική αύξηση σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία της αγοράς εμφανίζουν και τα στερεά καύσιμα βιομηχανικής χρήσης (κοκ, petcoke, Flexicoke) που χρησιμοποιούνται κυρίως από τη βιομηχανία, ακόμη και ο εισαγόμενος ανθρακίτης.
Η τάση αυτή συνεχίστηκε και τον Σεπτέμβριο, με το ντίζελ να σημειώνει αύξηση κατά 13%, το υγραέριο 10% και το μαζούτ 7,1%. Τη φυγή των επιχειρήσεων από το φυσικό αέριο πιστοποιούν και τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ για την πορεία της ζήτησης στο 9μηνο. Η κατανάλωση από τις μεγάλες βιομηχανίες που είναι συνδεδεμένες απευθείας με τον ΔΕΣΦΑ (ενεργοβόρες) μειώθηκε σε ποσοστό 71,96%.
Τα διυλιστήρια της χώρας υποκαθιστούν το φυσικό αέριο με νάφθα
Τα δύο διυλιστήρια της χώρας (Μotor Oil και ΕΛΠΕ) εδώ και πολλούς μήνες έχουν υποκαταστήσει το φυσικό αέριο με νάφθα και άλλα παραπροϊόντα παραγωγής τους, μειώνοντας συνολικά την κατανάλωσή τους κατά 95%. Οι μικρές επιχειρήσεις που είναι συνδεδεμένες με το δίκτυο διανομής, σύμφωνα με στοιχεία της ΔΕΠΑ Εμπορίας, έχουν περιορίσει την κατανάλωση φυσικού αερίου κατά 5,5%.
Οι δυνατότητες ωστόσο της βιομηχανίας σε εναλλακτικά καύσιμα είναι περιορισμένες, κυρίως για τις ενεργοβόρες, η συνεχής λειτουργία των οποίων δεν μπορεί να διασφαλιστεί με ντίζελ ή μαζούτ ή δεν διαθέτουν τις ανάλογες εγκαταστάσεις αποθήκευσης καυσίμων.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις που παραμένουν εγκλωβισμένες στο φυσικό αέριο θα πληρώσουν τον Νοέμβριο 135 ευρώ/μεγαβατώρα όταν οι ανταγωνιστές τους στη Γερμανία θα πληρώνουν από την 1η Ιανουαρίου 70 ευρώ/μεγαβατώρα μετά την παρέμβαση της κυβέρνησης της χώρας για τη διάσωση της παραγωγής και της απασχόλησης.
Ο ΣΕΒ και οι προτάσεις αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης
Ο ΣΕΒ(Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών) έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου και ζήτησε παρεμβάσεις για την πτώση του ενεργειακού κόστους καταθέτοντας συγκεκριμένες προτάσεις. «Η ενεργειακή κρίση δημιουργεί πλέον και αντικειμενικές δυσκολίες στην ομαλή λειτουργία της παραγωγής και στην Ελλάδα απειλώντας τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις όλων των κλάδων», τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΒ. Η προσαρμογή –συμπλήρωσε– είναι απαραίτητο να επιτευχθεί χωρίς σοβαρή επιβάρυνση της παραγωγικής δραστηριότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, κάτι που θα εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους επιβίωσης, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.