Πτώση 11,8% σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Ειδικότερα, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε από τα 32,83 δισ. ευρώ στα 28,96 δισ. ευρώ (πτώση 3,9 δισ. ευρώ).
Κατά συνέπεια, η καταναλωτική δαπάνη σημείωσε πτώση.
Πιο αναλυτικά,
η τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά, μειώθηκε κατά 12,7% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 32,5 δισ. ευρώ σε 28,4 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών και των ΜΚΙΕΝ, που ορίζεται ως η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα, ήταν 1,9% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, σε σύγκριση με 0,9% το δεύτερο τρίμηνο του 2019.
Παράλληλα, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών έφτασαν τα 2,1 δισ. ευρώ.
Ακόμα, το ποσοστό των επενδύσεων των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία αντιστοιχεί σε 16,3%, ενώ το ίδιο διάστημα του 2019 ανήλθε στο 18,5%.
Επίσης, ο τομέας της γενικής κυβέρνησης παρουσίασε καθαρή λήψη δανείων 4,8 δισ. ευρώ κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2019 που η καθαρή χορήγηση δανείων ήταν 0,3 δισ. ευρώ.
Από την πλευρά της, η ΓΣΕΕ προχωρά σε δυσοίωνες προβλέψεις για τους μισθούς και τις εργασιακές συνθήκες.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι ο μέσος μηνιαίος μισθός έπεσε από τα 885 στα 802 ευρώ, με το κύριο βάρος να επωμίζονται οι χαμηλά αμειβόμενοι.
Επιπλέον, σημειώνεται αύξηση των εργαζομένων με καθαρές αποδοχές χαμηλότερες από 200 ευρώ, καθώς από το 1% ξεπέρασε το 12% στο σύνολο των μισθωτών. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στα άτομα που είχαν καθαρές αποδοχές μεταξύ 400 και 600 ευρώ, καθώς το ποσοστό τους έπεσε στο 12,3% από 16,3%.
Τέλος, το ποσοστό των ατόμων που λάμβαναν από 601 έως 800 ευρώ μειώθηκε από 24,8% σε 23,5%, ενώ εκείνων που λάμβαναν από 801 έως 1.000 ευρώ μειώθηκε από 21,8% σε 18,3% αντίστοιχα.